Το σύνδρομο ορθοστατικής ταχυκαρδίας (Postural Tachycardia Syndrome, PoTS) χαρακτηρίζεται από αύξηση της καρδιακής συχνότητας κατά ≥30 παλμούς μετά από ορθοστασία για τουλάχιστον 30 δευτερόλεπτα  χωρίς  να συνοδεύεται από ορθοστατική υπόταση. Οι περισσότεροι ασθενείς είναι ηλικίας κάτω των 25 ετών και αφορά στη συντριπτική πλειοψηφία τις νεαρές γυναίκες.

Υπό φυσιολογικές συνθήκες, όταν κάποιος σηκώνεται όρθιος, τα αγγεία του συστέλλονται ώστε να ωθηθεί περισσότερο αίμα στον εγκέφαλο ενώ  στους πάσχοντες από το σύνδρομο PoTS, τα αγγεία διαστέλλονται με αποτέλεσμα το αίμα να συσσωρεύεται στο κάτω τμήμα του σώματος και να μην τροφοδοτεί σε επαρκή ποσότητα τον εγκέφαλο. Μάλιστα, έρευνες έχουν δείξει ότι σε περιπτώσεις που ένας πάσχοντας σηκώνεται απότομα η ροή αίματος στον εγκέφαλο  μπορεί να μειώνεται έως και κατά 20-30% προκαλώντας αίσθημα ζάλης, αστάθεια, τάση λιποθυμίας, τρέμουλο ακόμα και παροδική έλλειψη συγκέντρωσης ενώ στην προσπάθεια της η καρδιά να αναπληρώσει το αίμα στον εγκέφαλο αυξάνει τους παλμούς της. Χαρακτηριστικό είναι βέβαια ότι όλα τα συμπτώματα υποχωρούν  άμεσα μόλις ο ασθενής ξαπλώσει και ηρεμήσει γεγονός που διαφοροποιεί το σύνδρομο PoTS από τις κλασσικές αγχώδεις διαταραχές που έχουν παρόμοια συμπτωματολογία όπως πχ τη κρίση πανικού. Είναι πολύ σύμπλοκη και ενδιαφέρουσα η επίδραση του άγχους και του φόβου στην εκδήλωση  του συνδρόμου ορθοστατικής ταχυκαρδίας. Πιο συγκεκριμένα, πρόσφατη έρευνα σε άτομα με μέσο όρο ηλικίας τα 31 χρόνια  που έπασχαν από το σύνδρομο  PoTS  έδειξε ότι και μόνο που τους ζητήθηκε να λάβουν όρθια στάση, αυτό προκάλεσε αύξηση των παλμών τους, δυσφορία στο στήθος και υπεραερισμό, γεγονός που μαρτυρά ότι το αίσθημα φόβου επηρεάζει σημαντικά τις αντιδράσεις του οργανισμού τους. Επιπλέον, παρατηρήθηκαν συμπτώματα εγκεφαλικής υποαιμάτωσης καθώς και αυξημένη απελευθέρωση αδρεναλίνης στο αίμα, ενώ συγκριτικά με την ομάδα ελέγχου των υγιών είχαν  και υψηλότερα ποσοστά άγχους και κατάθλιψης. Οι αιτίες που προκαλούν το σύνδρομο ορθοστατικής ταχυκαρδίας ποικίλουν από άτομο σε άτομο, και οι ερευνητές δεν έχουν καταφέρει ακόμα να κατανοήσουν πλήρως την προέλευση της διαταραχής. Το σίγουρο, όμως, είναι ότι δεν πρόκειται για «φανταστική ασθένεια», αλλά για  μία πολύ ετερογενή νόσο με  σοβαρές παθοφυσιολογικές  διαταραχές  που ενεργοποιούνται από τον εγκέφαλο γεγονός που κάνει ακόμα πιο επιτακτική την ανάγκη συνεργασίας διαφοερτικών ειδικοτήτων όπως  καρδιολόγων, νευρολόγων και ψυχιάτρων  για την σωστή αντιμετώπιση των περιστατικών αυτών.  Το ενθαρρυντικό είναι πολλές φορές παρατηρείται βελτίωση και άμβλυνση των συμπτωμάτων ακόμα και με απλές παρεμβάσεις από τον ίδιο τον ασθενή όπως επαρκή πρόσληψη μη καφεϊνούχων υγρών,  αερόβια άσκηση και καλής ποιότητας νυκτερινό  ύπνο.

Σχετικά Άρθρα

Πρόσφατα Άρθρα